top of page

13. Βασανιστικά Σύννεφα της Μνήμης



Και να λοιπόν που βρίσκομαι μ΄ενα μωρό στην αγκαλιά μου. Είναι μια αίσθηση τόσο μοναδική που δεν υπάρχουν λόγια να τη περιγράψουν! Μετά από τόσους μήνες που μεγάλωνε ασφαλής μέσα στη μήτρα μου ήρθε η ώρα του για να δει τον έξω κόσμο. Κι εκεί έξω τον περίμενε πολύς κόσμος να του δώσει αγάπη, με πρώτη και κύρια εμένα.

Αν υπάρχει κάτι για να περηφανευτώ, είναι η απλόχερη αγάπη που έδωσα και στα δυο παιδιά μου απ΄τη μέρα που γεννήθηκαν. Πάντα μου πίστευα ότι στην αγάπη τσιγκουνιές δε χωράνε, γι αυτό και φρόντιζα να την δίνω χωρίς να την μετράω.


Από εκείνη τη στιγμή μέχρι και πολύ μετά αφότου γεννήθηκε ο δεύτερος μου γιός όλα είναι κάπως μπερδεμένα στο κεφάλι μου. Θυμάμαι, αλλά θυμάμαι σκόρπια, και πολλά γεγονότα δεν μπορώ καν να τα τοποθετήσω σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές, είναι κάπως θολά.

Εν τάχει να πω ότι αυτό το μωρό, μέχρι να έρθει η μάνα μου να μείνει μαζί μας, το μεγάλωνα σχεδόν μόνη μου. Ο πατέρας του είχε δηλώσει αδυναμία να τα βγάλει πέρα μαζί του, η πεθερά μου είχε νίψει τας χείρας της, η μάνα μου δούλευε και στον ελεύθερο χρόνο της φρόντιζε τον πατέρα μου που ήταν άρρωστος κι η αδερφή μου με βοηθούσε με πρακτικές συμβουλές όσο μπορούσε μιας κι είχε ήδη δύο στο σπίτι, ένα χρονιάρικο και τον γιο της που ήταν ήδη στα 6. Κι ο Ιάσονας, ο γιος μου, ήταν απαιτητικό μωρό. Έτρωγε κάθε τρίωρο, ακόμα και τη νύχτα, και σύντομα η χαρά της μητρότητας έγινε μια ασταμάτητη κούραση. Όχι ότι δεν το απολάμβανα πια, τουναντίον, αλλά μόνιμα ήμουν κουρασμένη και μου έλειπε ύπνος. Α ναι, ξέχασα να πω κι ότι ξεκίνησα να δουλεύω σχεδόν αμέσως μετά τη γέννα, ελεύθερη επαγγελματίας γαρ.

Με τόση κούραση καθημερινά δεν με ξαναεπισκέφτηκαν οι κρίσεις πανικού, ξεκίνησε όμως κάτι άλλο χειρότερο.

Άρχισα να βλέπω σκιές, να ακούω ψίθυρους, και το πιο άσχημο, να βλέπω τους τοίχους και τα ταβάνια να κλείνουν απειλητικά προς το μέρος μου, αυτά να γίνονται τεράστια και να κινούνται απειλητικά εναντίον μου κι εγώ να μικραίνω κι όλο να μικραίνω.

Με τον Θράσο δεν είμασταν και στα καλύτερα μας, εγώ ήμουν μόνιμα κουρασμένη κι αυτός ένιωθε ότι τον είχα εγκαταλείψει και δεν του έδινα την αμέριστη προσοχή μου όπως πρίν. Έχω την εντύπωση ότι πολύ σύντομα άρχισε να βλέπει τον γιο του σαν σφετεριστή του θρόνου του κι ίσως γι αυτό να μην ήθελε και πολλά πολλά μαζί του. Εκεί που τον έπιανε αγκαλιά και πήγαινε να γλυκάνει εκεί τον παρατούσε κάτω.  


Για να βάλω τα πράγματα σε κάποια χρονική ακολουθία να πω ότι ο πατέρας μου πέθανε έξι μήνες αφότου γεννήθηκε ο πρώτος μου γιός, περίπου δύο μήνες αργότερα ανακαλύπτω ότι είμαι έγκυος στο δεύτερο μωρό μου και για ένα εξάμηνο έχω μια εγκυμοσύνη που ούτε την καταλαβαίνω, τόσο εύκολη, αλλά πάνω στο εξάμηνο κινδυνεύω με ρήξη πλακούντα κι ο γιατρός μου απαγορεύει οποιαδήποτε δραστηριότητα, ακόμα και το να σηκώσω το μωρό μου. Με πιάνει μια απόγνωση για το πως θα τα καταφέρω να μείνω ακίνητη και συνάμα να φροντίζω κι ένα μωρό και ζητάμε βοήθεια από τη πεθερά μου για τα πρωινά, όταν ο Θράσος θα είναι στη δουλειά. Προσέφερε τον εαυτό του στο να κάνει τα πάντα το απόγευμα όταν είναι σπίτι αρκεί να μας στηρίξει λίγο η μάνα του το πρωί για τους επόμενους τρείς μήνες. Αυτή αρνείται κατηγορηματικά, ΄ούτε να το σκέφτεστε΄, τόσο ξεκάθαρη. Αναγκαστικά μένει η δικιά μου μάνα για βοήθεια. Μόνο που η δικιά μου δουλεύει κι αν την πάρω εγώ σπίτι για να με βοηθήσει πρέπει να της προσφέρω και στέγη και φαί και όλα αφού θα σταματήσει για κάποιο διάστημα να δουλεύει και να κερδίζει τα προς το ζην, λογικό δεν είναι; Χμ, δεν ξέρω αν είναι λογικό, αναλόγως τη λογική του καθενός. Στην πεθερά μου δεν αρέσει καθόλου η προοπτική να ΄ρθει η μάνα μου να μείνει μαζί μας, ο Θράσος ούτε αυτός τρελαίνεται από τη χαρά του, προσπαθούν όσο μπορούν να κρατήσουν και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο αλλά δεν τους βγαίνει. Γιατί άσχετο τι έχω και δεν έχω εγώ με τη μάνα μου, δεν επιτρέπω σε κανέναν να της φερθεί δόλια και πονηρά. Ή θα γίνουν όλα σωστά ή ας βρούνε άλλη λύση. Άλλη λύση δεν βρίσκεται οπότε η μάνα μου μετακομίζει σε εμάς για τους επόμενους τρεις μήνες τουλάχιστον κι εγώ επιτέλους χαλαρώνω!

Και κάπως έτσι έρχεται στον κόσμο ένα ακόμα υγιέστατο αγόρι, ο δεύτερος γιος μου, ο Φώτης.


Σύντομα μετά τη γέννα με πιάνει επιλόχειος κατάθλιψη κι αρχίζω να κάνω τρελές σκέψεις για το μωρό μου. Ένα κομμάτι μου όμως φωνάζει ότι δεν είναι σωστά αυτά που σκέφτομαι και πανικόβλητη πάω στον γυναικολόγο μου και του τα λέω όλα. Μου μιλάει για την επιλόχειο κατάθλιψη, ότι είναι μια ορμονική διαταραχή που συμβαίνει κάποιες φορές μετά τη γέννα, δεν εννοώ πραγματικά να βλάψω το μωρό μου, και με προτρέπει να σταματήσω τον θηλασμό. Κι όντως με το σταμάτημα του θηλασμού εξαφανίζονται κι οι σκέψεις.

Από κει και πέρα και μέχρι τρία χρόνια μετά όλα αρχίζουν να γίνονται ακόμα πιο θολά. Έχω έντονα σκαμπανεβάσματα, έχω αρχίσει να φοβάμαι να κοιμηθώ δίπλα στον Θράσο γιατί είμαι πεπεισμένη ότι θα μεταμορφωθεί σε τέρας κατά τη διάρκεια της νύχτας και θα με κατασπαράξει. Πολύ συχνά φέρνω ένα μωρό στο κρεβάτι γιατί πιστεύω ότι δεν θα μεταμορφωθεί μπροστά σ ένα παιδί για να μη το τρομάξει, άρα εγώ θα τη γλυτώσω, ή πάω εγώ και κοιμάμαι μαζί τους στο δωμάτιο τους με κάθε ασήμαντη πρόφαση και ευκαιρία.

Και μετά, αρχίζω να βλέπω εικόνες, απαίσιες, αηδιαστικές, μακάβριες, τρομαχτικές εικόνες κάθε που κλείνω τα μάτια μου να κοιμηθώ. Βλέπω άγνωστους ανθρώπους, άντρες και γυναίκες, νέους και γέρους, να περνάνε σαν ταινία μπροστά μου  κι όλοι τους να έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό, να είναι κατακερματισμένοι. Καμμένοι, γδαρμένοι, στραπατσαρισμένοι, αιμόφυρτοι, με έναν αλλόκοτο τρόμο να με κοιτάνε όλοι μες στα μάτια. Εκεί πια πιστεύω ότι έχω αρχίσει να τα χάνω κανονικά. Κι όμως όχι, δεν έχω πιάσει πάτο ακόμα. Η πτώση συνεχίζεται κανονικά, μέχρι που τρία σχεδόν χρόνια αργότερα, απλά ακόμα ανασαίνω, αλλά δεν ζω. Δε θυμάμαι πότε έπαψα να ζω κι απλά υπήρχα. Κι τώρα πια δεν θέλω ούτε να ζω. Μου φαίνεται ανυπόφορη αυτή η ζωή κι αποζητώ το θάνατο, τη λύτρωση. Και δεν με κρατάει τίποτα πια σ΄αυτή τη ζωή, ούτε καν τα μωρά μου. Το μόνο που θέλω είναι να πεθάνω. Και καταλαβαίνω ότι το εννοώ και γι΄ αυτό κάποια στιγμή τρομάζω. Πάλι αυτή η φωνούλα έρχεται να με σώσει, με παρακαλάει να κάνω κάτι, να πάω κάπου, να μιλήσω με κάποιον. Και πάω. Και βρίσκομαι να κάθομαι απέναντι σε μια ψυχίατρο και της τα λέω όλα. Κι αυτά που τόσο καιρό βλέπω κι ακούω, και το πόσο βαριά κι ασήκωτη είναι πια η ζωή μου που ούτε τα παιδιά μου δε με κρατάνε πια εδώ, και πόσο πολύ θέλω να την κάνω, να γλυτώσω.


Μου ΄πεσε βαρύ όλο αυτό, θα συνεχίσω άλλη μέρα.

Καλή σας νύχτα.

23 Προβολές

Πρόσφατες αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων

תגובות


bottom of page